- φερόκακτος
- ο, Νβοτ. γένος αγγειόσπερμων δικότυλων φυτών που ανήκει στην οικογένεια κακτίδες τής τάξης κακτώδη και περιλαμβάνει 30 περίπου είδη κάκτων τα οποία είναι ιθαγενή τής ερήμου τού Μεξικού και τών νότιων ΗΠΑ.[ΕΤΥΜΟΛ. Μεταφορά στην ελλ. διεθνούς επιστημον. όρου, πρβλ. νεολατ. ferocactus].
Dictionary of Greek. 2013.